ἐπιχρύσου

ἐπιχρύσου
ἐπιχρύ̱σου , ἐπίχρυσος
overlaid
masc/fem/neut gen sg
ἐπιχρυσόω
overlay with gold
pres imperat act 2nd sg
ἐπιχρυσόω
overlay with gold
imperf ind act 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • τέλι — το, Ν 1. λεπτό μεταλλικό σύρμα 2. είδος επίχρυσου νήματος 3. μεταλλική χορδή 4. μτφ. λέπτυνση, ίσχνανση («έγινε τέλι») 5. στον πληθ. τα τέλια μτφ. τα τηλεγραφήματα. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. tel] …   Dictionary of Greek

  • Βουολβίνιο — (Vuolvinio, 9ος αι.). Γάλλος χρυσοχόος. Σκάλισε την περίφημη Αγία Τράπεζα της βασιλικής του Αγίου Αμβροσίου στο Μιλάνο κατασκευασμένη από σφυρήλατα φύλλα χρυσού και επίχρυσου αργύρου, σκαλισμένα και στολισμένα με πολύτιμες πέτρες και σμάλτα.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”